4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Kώστας Kαββαθάς


«_Ο μικρός κόλπος της Δοκού ήταν γεμάτος από σκάφη κι όταν σας λέω σκάφη
δεν εννοώ εικοσάρια και τριαντάρια, αλλά μεγάλες θαλαμηγούς, αληθινά πλωτά
ανάκτορα, ρετιρέ του Κολωνακίου και επαύλεις της Εκάλης. Πόσα ήταν;
Τριάντα; Σαράντα; Εκατό;_»

ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΑ
Καλοκαίρι...
με του κάτω κόσμου το έγκαυμα στο χέρι...
Δ. Σαββόπουλος, Καλοκαίρι


EINAI ΣΑΒΒΑΤΟ 7 το πρωί, 9 Ιουλίου. Έχω πάει «γουίκ εντ» (το πρώτο μετά από
πολλά χρόνια) με το σκάφος ενός παλιού, καλού φίλου (του Γιώργου του
Μοσχού). Κάθομαι στη «βεράντα» με τον «φορητό» ανοιχτό, μ? ένα πάκο
αποκόμματα εφημερίδων και ένα σωρό σημειώσεις απ? τα γεγονότα του μήνα που
πέρασε, προσπαθώντας να γράψω το «Εν Λευκώ». Αναρωτιέμαι ποιο πρέπει να
είναι το θέμα του Αυγούστου; Μήπως η πτώση των πωλήσεων που παρατηρείται
στην αγορά του αυτοκινήτου; Και ποιον αλήθεια, εκτός από τα εργοστάσια,
τους αντιπροσώπους κι εμάς, ενδιαφέρει αν «έπεσε» η αγορά; Όλο και κάποιος
υπουργός, κάποιας (νέας;) κυβέρνησης θα βρεθεί για να ανακοινώσει πακέτο
«μέτρων» που θα οδηγήσουν στην «ανάκαμψη». Δεν μπορεί... Από κάπου πρέπει
να «βγουν» τα 7 δισεκατομμύρια δραχμές που διατέθηκαν (και διατίθενται
ακόμα) για τη διαφήμιση αυτοκινήτων στηντηλεόραση. Χώρια το γεγονός ότι το
να ανταλλάσσεις Banjai GLi με έντοκα γραμμάτια και ομόλογα του Δημοσίου δεν
είναι και πολύ υγιές. Δηλαδή ποιο είναι το επόμενο βήμα δοθέντος του
γεγονότος ότι έχουν ήδη γίνει τα προηγούμενα (κουπόνια για «ονειρεμένα»
εξοχικά στην Εκάλη και στην Αράχωβα). Να πουν «φέρτε τη φετινή σοδειά
λαδιού και φύγετε μ? ένα ?ονειρεμένο? Εσκαργκό 1300;».
Τώρα που το σκέπτομαι, φοβάμαι ότι από το τεύχος Οκτωβρίου που μπαίνουμε
στον 25ο χρόνο της ζωής μας, πρέπει κι εμείς ν? αλλάξουμε το δημοσιογραφικό
μας στιλ. Θέλω να πω αντί στα τεστ να γράφουμε για το πώς συμπεριφέρεται το
αυτοκίνητο στις στροφές ή πόσο καλά ή κακά είναι τα φρένα του, να γράφουμε
πόσο εύκολο (ή δύσκολο) είναι να πας στο «ονειρεμένο» σπίτι στη Βάριανη που
κέρδισες με τα κουπόνια ή, πιο ουσιαστικά, πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να
κάνεις έρωτα στο εμπρός (ή στο πίσω) κάθισμα ενός Σπαγγέτι 1.4. Όλα τα
ψάχνουμε έτσι που άλλαξαν τα πράγματα και τα αυτοκινητιστικά περιοδικά
θεωρούνται (από τους μάγους των Μέσων) «περιθωριακά».
Ανασκαλεύω τους τίτλους στ? αποκόμματα. Ίσως με βοηθήσουν να «κατεβάσω»
καμιά ιδέα. Μάταιος κόπος. Αν εγώ είμαι «απαισιόδοξος» με τα όσα
διαδραματίζονται στην Ελλάδα, οι συνάδελφοι στις εφημερίδες είναι στα
πρόθυρα της κατάρρευσης... «Σαδομαδοχισμός», «Σύνδρομο αυτοκτονίας»,
«Ασυνεννοησίας Σκοταδισμός», «Η μοιραία διαφθορά», «Ο δρόμος προς την
απομόνωση», «Με κερένια μύτη», «Τελειώνουν τα ψέματα για όλους»,«Φτερααά»
(για την κυβέρνηση που θα «πετάξει»), «Μάνα εξ ουρανού το πακέτο Ντελόρ» κι
άλλοι που, αν τους έγραφα τον έναν κάτω απ? τον άλλο, θα γέμιζε η σελίδα!

H θάλασσα είναι ακίνητη. Σαν κρύσταλλο. Κοιτάζω το βυθό. Είναι γεμάτος με
αντικείμενα που πετάνε οι νεόπλουτοι απ? τα σκάφη τους, αλλά και ο «αγνός»
λαός όπου του «καπνίσει». Αλουμινένια κουτιά μπύρας (αμερικάνικης ως επί τω
πλείστον) που «ζουν» 500 χρόνια, πλαστικές μπουκάλες, σακούλες, ποτήρια και
πιάτα (που ζουν 200;), προφυλακτικά, σερβιέτες, καρέκλες, ψαροπέδιλα, ακόμα
και στρώματα!
H εικόνα δεν είναι καλύτερη στην παραλία. Κρυμμένες έντεχνα πίσω απ? τα
βραχάκια οι πλαστικές σακούλες με τα αποφάγια και τ? απορρίμματα των
νεοβαρβάρων που εξέδραμαν το περασμένο σαββατοκύριακο. Σίγουρα, γι? αυτό το
σκουπιδαριό στη μέση του πουθενά, υπεύθυνη είναι η_ τοπική αυτοδιοίκηση
(που δεν το μαζεύει) ή οι_ Τούρκοι. Ποτέ οι εθνικά υπερήφανοι Έλληνες.
H αντανάκλαση του ήλιου στο ακίνητο νερό με «στραβώνει». Τα μάτια
δακρύζουν. H εικόνα με τα σκουπίδια χάνεται και δίνει τη θέση της σε μια
άλλη, ακίνητη, παγωμένη όλα αυτά τα χρόνια σ? ένα μικρό συρταράκι της
μνήμης. Μια χρυσή παραλία στη Σκόπελο της δεκαετίας του ?60. Κάθομαι στο
μπαλόνι μιας πρωτόγονης «Καλεγκάρι» κι ετοιμάζομαι να πέσω για ψάρεμα. Όχι
με μπουκάλες που, τα τελευταία χρόνια, χρησιμοποιούν οι άνετοι που
«πέφτουν» απ? τα πενηνταοχτάρια και εβδομηντάρια των -φοροδιαφευγόντων-
γονιών τους, αλλά με ελεύθερη κατάδυση.
H θάλασσα είναι πάλι «τζάμι», αλλά τώρα βλέπω ένα βυθό που σφύζει από ζωή.
Σαργοί, σάλπες και κοκάλια μπαινοβγαίνουν στις τρύπες των βράχων. Ένα-δυο
μεγάλα χταπόδια κάνουν περιπολία και στην άμμο, έξω απ? τα θαλάμια τους
λιάζονται ροφοί ενώ στους πάγκους μπαινοβγαίνουν μεγάλοι σαργοί.
Μ? αργές, ευλαβικές κινήσεις, βάζω τη στολή, τη ζώνη με τα βαρίδια, τη
μάσκα και πέφτω στο νερό. H θάλασσα, καθαρή, διάφανη και ζεστή (μολονότι
είναι 6 το πρωί) με κάνει να αισθάνομαι σαν έμβρυο στη μήτρα. Έτσι δεν
είναι; Απ? αυτή δεν ξεκίνησε κάθε μορφή ζωής;

Κολυμπάω και ακούω τους ήχους της. Το μακρινό πατ-πατ από κάποιον μαλκότσι
(το εργοστάσιο που έφτιαχνε τους καλύτερους ντίζελ θαλάσσης στη Μεσόγειο
και που έφτιαξε τον πρώτο εξακύλινδρο πετρελαιοκινητήρα στην Ελλάδα έκλεισε
από τους λαδωμένους χαρτογιακάδες του Δημοσίου κι απ? τα χρέη στις
τράπεζες), τον ηψίσυχνο ήχο απ? τις μηχανές του πλοίου της γραμμής, το
διάλογο του ήλιου με τους βράχους της ακτής. Με την πρώτη κατάδυση στα 10
μέτρα (για έναν σαργό) αισθάνομαι ότι πια δεν κολυμπάω, αλλά αιωρούμαι σ?
ένα υγρό σύμπαν. Με τη δεύτερη στα 15 (για έναν ροφό) δεν σκέπτομαι πια σαν
άνθρωπος, αλλά σαν_ ψάρι (είμαι και Ιχθύς!).
Τα καλοκαίρια με το ψαροντούφεκο φέρνουν γνώση, πείρα και, το κυριότερο,
σεβασμό στο υγρό στοιχείο. O καλός ψαροντουφεκάς δεν εισβάλλει στη θάλασσα.
Την επισκέπτεται, αφού πρώτα χτυπήσει -ευγενικά- την πόρτα της. Κάθε βουτιά
αφήνει τρεις μικρούς κύκλους στην επιφάνεια κι όχι το_ γιαούρτι που αφήνουν
οι πανικόβλητοι επιδρομείς απ? τα τσιμεντάδικα. Κάθε βόλτα στο βυθό δεν
συνιστά επιθετική πράξη, αλλά επίσκεψη στο σπίτι ενός καλού φίλου.
Μα, σκοτώνουν οι_ φίλοι; Και βέβαια... Αν πρώτα καταφέρουν να κατεβούν στα
16-18 μέτρα και να μείνουν εκεί όσο χρειάζεται για να χτυπήσουν το ψάρι.
Όχι όποιο ψάρι. Όχι τους τσέτουλες και τα σπαράκια, τα μικρά χταπόδια και
τους κοκοβιούς, αλλά τα τρία-τέσσερα μεγάλα, τα «δύσκολα» που κρύβονται
στις σπηλιές και τις σχισμές των πάγκων. Εκεί σας θέλω όλους εσάς με τους
πανάκριβους εξοπλισμούς κατάδυσης που δεν αφήνετε «λέπι» ψαρεύοντας με
μπουκάλες. Να αισθάνεσαι, να σκέπτεσαι και να ενεργείς σαν ψάρι. Τότε μόνο
έχεις το δικαίωμα να κυνηγήσεις ένα_ συνάδελφο. Κι αν εκείνος είναι
έξυπνος, γρήγορος και_ μάγκας και χωθεί σε καμιά τρύπα, θα γλιτώσει. Αν
είναι ράθυμος, τεμπέλης και λίγο χαζούλης, τότε η βέργα σου θα τον προλάβει
και το δείπνο θα περιλαμβάνει σαργό στα κάρβουνα.

Όμως η παραίσθηση δεν τελειώνει εδώ. Στην εικόνα μπαίνουν οι παλιοί φίλοι.
O Γιώργος και ο Μάρκο και, κατά περίπτωση ο μοναχικός Ζακ. Θαλασσάνθρωποι
κι οι τρεις, με τον Μάρκο (από το Μιλάνο) και τον Ζακ (απ? το Παρίσι) να
υπερτερούν σε όλα. O Ιταλός έστηνε καρτέρι στις τσιπούρες στα 18 μέτρα (και
πάντα χτυπούσε μια). O Γάλλος έφευγε τα χαράματα, κολυμπούσε 10 μίλια, σε
μια ξέρα στη μέση του_ Αιγαίου και γύριζε με ένα δεκαοχτάρη ροφό. Τους
ζήλευα για τη λιτότητα στις κινήσεις και το γεγονός ότι ήταν καλύτεροι απ?
τα_ ψάρια!
Τρεις φίλοι, που έπεφταν στο πουθενά, κυνηγούσαν με τις ώρες χωρίς -όλα
αυτά τα μαγικά καλοκαίρια- να δολοφονήσουν ούτε ένα ψάρι, να ρυπάνουν,
καταστρέψουν, μαγαρίσουν τη μάνα της ζωής, τη θάλασσα.

H φωνή του Γιώργου με ξανάφερε στην πραγματικότητα. H εικόνα της Σκοπέλου,
της Αλοννήσου και της Σκύρου (της παλιάς όμορφης κι ευγενικής Σκύρου)
έσβυσε, και τα μάτια μου γέμισαν με_ κρούζερ. «Στιλέτο 58», «Μπανάνα 62»,
«Σεράι 72»... O μικρός κόλπος της Δοκού ήταν γεμάτος από σκάφη κι όταν σας
λέω σκάφη δεν εννοώ εικοσάρια και τριαντάρια, αλλά μεγάλες θαλαμηγούς,
αληθινά πλωτά ανάκτορα, ρετιρέ του Κολωνακίου και επαύλεις της Εκάλης. Πόσα
ήταν; Τριάντα; Σαράντα; Εκατό;
Πήρα τα κυάλια και οι διόπτρες γέμισαν_ χρήμα! Κι όταν λέω χρήμα εννοώ
πολλά λεφτά. Ένα, δύο, τρία εκατομμύρια (δολάρια) το κομμάτι. Και πάνω στα
λεφτά και κάτω απ? τις τέντες και πάνω στα φλάινγκ μπριτζ οι καπεταναίοι,
με τα Πόλο και τα Κάλβιν Κλάιν, ένα φορητό στο ένα χέρι και με μια Bud ή
Coors στο άλλο. Και ξαπλωμένες στα «σαν-ντεκ» οι κυρίες και δεσποινίδες του
μόχθου και της παραγωγής, παστωμένες στα αντιηλιακά, με διάφορους βαθμούς
προστασίας η κάθε μια, ανάλογα με το βαθμό του κοινωνικού_ προβληματισμού
που κουβαλούσε. Και πάνω στα «πενηνταοχτάρια» και τα «εβδομηντάρια» το
υπηρετικό προσωπικό. Οικονομικοί και πολιτικοί πρόσφυγες από τις χώρες του
πρώην «υπαρχτού» σοσιαλισμού και της Μέσης Ανατολής, να σερβίρουν, «πίνα
κολάδα» και «σκοτς ον δε ροκς», να εξυπηρετούν τους νεο-νεό-πλουτους
λαπάδες που δεν έχουν τα κότσια (και τις γνώσεις) να πάνε ούτε μέχρι την_
Κύθνο. Κάπου-κάπου, μέσα σ? αυτό το απέραντο θαλάσσιο πάρκινγκ, έβλεπες και
μερικά σκάφη με ευγενικούς κι αληθινούς θαλασσάνθρωπους. Τους ξεχώριζες απ?
την κορμοστασιά και το χρώμα που τους είχε δώσει (χωρίς πατσουλιά) ο ήλιος
του Αιγαίου. Τις κοπελιές τους απ? τον τρόπο που κουμαντάριζαν τα πανιά (αν
ήταν ιστιοπλοϊκά), τα σχοινιά και τις άγκυρες, αν ήταν μηχανοκίνητα. Ίσως
σταμάτησαν στο πάρκινγκ για να χαζέψουν αυτή, την ανεπανάληπτη επίδειξη
πλούτου και «σουσουδισμού», ίσως γιατί δεν είχαν τον καιρό να πάνε στην
Πάρο, στη Σίφνο ή στην Κυρά Παναγιά. Ας είναι_ Ή υποφέρει μια χώρα από την
λιτότητα ή όχι.

Οι ώρες πέρασαν, είδαμε τους αγώνες του μουντιάλ, παρακολουθήσαμε τις
εκπομπές «Τροχοί & Δρόμοι» και «Απ? τη Θέση του Οδηγού» και, κατά τις 3 το
μεσημέρι της Κυριακής ξεκινήσαμε για τη Γλυφάδα. H Δευτέρα ήταν εργάσιμη
μέρα και χρειαζόμαστε τ? απόγευμα για να «μαζευτούμε». Κι ενώ όλα
εξελίσσονταν σύμφωνα με το σχέδιο, το_ εκπαιδευμένο μάτι του υπογράφοντος
διέκρινε στο βάθος του ορίζοντα, κάπου ανάμεσα στην Πάρνηθα και την
Ελευσίνα, τα σημάδια της καταιγίδας. Ένα κατάμαυρο, τέλεια σχηματισμένο σε
μορφή τριγώνου μέτωπο, με τη μία «μύτη» στο έδαφος και την οριζόντια πλευρά
του στον ουρανό, πλησιάζε στον Σαρωνικό.
«Θα ?χουμε πυροτεχνήματα», είπα στον Γιώργο, «αλλά αυτή τη φορά δεν οδηγείς
Alfa GTam σε ειδική για να τουμπάρουμε και να χάσω κι άλλο δάχτυλο».
(Παρένθεση για όσους δεν γνωρίζουν τις_ μεγάλες στιγμές της μικρής μου
ιστορίας. Ένα από τα δάχτυλα του δεξιού μου χεριού είναι κατά ένα εκατοστό
κοντύτερο απ? το κανονικό. Το κομμάτι που λείπει έχει μείνει στο ρολ μπαρ
της «αμερικάνας» όταν τουμπάραμε με τον Γιώργο στην Ανάβυσσο κάνοντας
δοκιμές για κάποιο ράλλυ που δεν θυμάμαι πια).
«Μη φοβάσαι», λέει, «το σκάφος αποκλείεται να τουμπάρει».
Το μπουρίνι μας βρήκε 10 μίλια δυτικά της Αίγινας. Το σκάφος δεν τούμπαρε,
αλλά ένας από τους επιβαίνοντες φλιπάρισε με το «Wind, Rain & Light Show»
που έστησε η φύση, αντίθετα με ?μένα που υποδέχτηκα την καταιγίδα με όλες
τις αισθήσεις να στέκουν σε στάση προσοχής. Αλλη ανωμαλία κι αυτή, που μου
έχει μείνει απ? τ? απέραντο γαλάζιο του ουρανού που μόνο όσοι πετάνε (μ?
αεροπλάνα κι ανεμόπτερα) μπορούν να καταλάβουν.
Για να μη σας τα πολυλογώ (και σας απασχολώ απ? το ψάρεμα), φτάσαμε στη
Γλυφάδα έχοντας ακούσει απ? το Hellas Radio τις πλέον σπαρακτικές εκκλήσεις
για βοήθεια από σκάφη καπεταναίων του γλυκού νερού που χέστηκαν επάνω τους
με το μπουρίνι, αλλά και την ψύχραιμη και μετρημένη φωνή μιας κοπελιάς απ?
το σκάφος «Πολικός» που, καθώς κατάλαβα, η καταιγίδα τού είχε σπάσει το
κατάρτι και τα σχοινιά είχαν μπλεχτεί στην προπέλα κι είχαν αχρηστεύσει τη
μηχανή.
Την άλλη μέρα οι εφημερίδες έλεγαν για το πόσες δεκάδες εκατομμύρια
ξοδεύτηκαν από τις σωστικές υπηρεσίες για να περισυνελεγούν «νικολάκηδες»
που βούλιαξαν, χάθηκαν ή παρασύρθηκαν από τον αέρα με μεγάλα ή μικρά σκάφη
και φουσκωτά των τριάμισι μέτρων, επειδή η ασχετοσύνη, η βλακεία και η
εμπιστοσύνη στις ανύπαρκτες ικανότητές τους, έθεσαν τη ζωή τους, αλλά και
τη ζωή των άλλων, σε κίνδυνο.
Αυτά με το «γουίκ εντ» του κ. Υλό στη Δοκό, κι αν και αυτό το Εν Λευκώ δεν
ήταν αφιερωμενο στ? αυτοκίνητα, τι πειράζει;